Η σχέση ενός ανθρώπου μ' ένα ξύλινο σκαρί αναδύει όλη τη ζεστασιά, τη μαγεία και την ελευθερία της θάλασσας.
ΤΗΝ ΣΧΕΣΗ του Γιώργου Δημελά με τον «?γιο Νικόλαο», το ξύλινο καραβόσκαρο που έσωσε ο ίδιος από καταστροφή το 1989, την χαρακτηρίζει το πάθος και το μεράκι, σε όλη τους την υπερβολή. Άλλωστε, ο «Άγιος Νικόλαος» είναι ένα απο τα τρία πλοία που χαρακτηρίστηκαν, και επίσημα πλέον, από το υπουργείο Πολιτισμού ως «διατηρητέα μνημεία».
Το βρήκε «κουφάρι» τότε ο κ. Δημελάς. Έτοιμο να πάει για κάψιμο. «Για βαστάτε! Αυτοί που το 'χτισαν έχουν μείνει αιώνες πίσω, κι εσείς το καίτε;». Έξι μήνες έδωσε μάχη για να το αποκτήσει, «για να σωθεί το τελευταίο καραβόσκαρο». Χρειάστηκε να υποσχεθεί στον ιδιοκτήτη, πως δεν θ' αλλάξει ποτέ το όνομά του, το όνομα του πλοίου που είχε θρέψει γενιές και γενιές της οικογένειας, πως δεν θ' άλλαζε τη μορφή του, δεν θα πείραζε το κουβέρτωμά του.
Έτσι κι έγινε. Τίποτε δεν άλλαξε στα χρόνια αυτά ο κ. Δημελάς. Αντιθέτως, ταξίδεψε σ' όλα τα παραδοσιακά καρνάγια, από τη Σύρο μέχρι τη Σκόπελο και την Πάτμο, αναζητώντας τους καλύτερους τεχνίτες, εκείνους που θα πονούσαν την κάθε του λεπτομέρεια. Από το 1989 έως το 1996, ο «?γιος Νικόλαος» ανακατασκευάστηκε πλήρως, χωρίς να χάσει τίποτα απο την παραδοσιακή του φυσιογνωμία. Πλήρωσε περισσότερα απο 120 εκατομμύρια δραχμές, μέσα στο διάστημα αυτό, ο κ. Δημελάς, όμως τα αναπληρώνουν οι ανάσες ζωής που του προσφέρει σε κάθε ταξίδι και με το παραπάνω το παραδοσιακό αυτό σκαρί.
Πριν από λίγο καιρό, ως ηθική ανταμοιβή και αναγνώριση αυτής της ατομικής προσπάθειας, το υπουργείο Πολιτισμού χαρακτήρισε τον «?γιο Νικόλαο» ιστορικό, διατηρητέο μνημείο. Διατηρητέα χαρακτηρίστηκαν και δύο ακόμη πλοία, που ανήκουν σε ιδιώτες: το «Αγία Βαρβάρα» των Γιώργου και Ανδρέα Σουγιουλτζή και η «Φανερωμένη» του Νίκου Ρηγίνου. Ολοι οι ιδιοκτήτες έχουν φροντίσει, με δικά τους έξοδα και με περισσό μεράκι, να ξαναδώσουν ζωή στα σκαριά που χάνονται και απολαμβάνουν την μοναδική επαφή με τη θάλασσα που προσφέρουν τα ταξίδια με τα σκάφη αυτά.
Ο «?γιος Νικόλαος», που ναυπηγήθηκε το 1937, βρίσκεται στην Πάτμο, σ' ένα παραδοσιακό καρνάγιο, για μερικές ακόμη επισκευές. Η «Φανερωμένη» (ένα σκάφος τύπου «Πέραμα», από τα οποία έχουν απομείνει άλλα δύο, ένα στην Ύδρα κι ένα στην Αστυπάλαια) και η «Αγία Βαρβάρα» (ένα παραδοσιακό τρεχαντήρι χτισμένο από τον ξακουστό μάστορα του καρνάγιου στη Σύρο) βρίσκονται δεμένα στην 4η Μαρίνα της Γλυφάδας σ' έναν χώρο που, όπως εξηγεί ο δήμαρχος Γλυφάδας κ. Θόδωρος Σπονδυλίδης, φιλοδοξία όλων είναι να μετατραπεί σε λιμάνι-μουσείο, σ' ένα λιμάνι, δηλαδή, που θα φιλοξενεί παραδοσιακά σκάφη από την Ελλάδα, κυρίως, αλλά και από ολόκληρο τον κόσμο.
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ παράπονο των ανθρώπων που αγαπούν και φροντίζουν τα παραδοσιακά σκαριά είναι που βλέπουν τα σκάφη αυτά και τα καρνάγια να χάνονται πίσω στο χρόνο. «Τα σκάφη αυτά είναι τα ίδια η ιστορία της ελληνικής ναυσιπλοΐας», θα πει ο κ. Νίκος Ρηγίνος, ο ιδιοκτήτης της «Φανερωμένης», ενός των τριών σκαφών της Γλυφάδας που χαρακτηρίστηκαν ιστορικά διατηρητέα μνημεία. «Και αυτή την ιστορία, αντί να τη διατηρούμε και να την εξαπλώνουμε την αφήνουμε να βουλιάζει».
Παραδοσιακό τρεχαντήρι. Το «Αγία Βαρβάρα» είναι το δεύτερο ξύλινο
σκαρί που χαρακτηρίστηκε πρόσφατα διατηρητέο μνημείο
Πριν από μερικά χρόνια ο Γιώργος Δημελάς ταξίδεψε με τον «?γιο Νικόλαο» μέχρι τη Σκόπελο. Έφτασε στα νότια του νησιού, ψάχνοντας να βρει το παραδοσιακό καρνάγιο, εκεί όπου το έτος 1937 «χτίστηκε» το σκαρί που κυβερνούσε. «Το καρνάγιο, που λειτουργούσε από το 1811, είχε μετατραπεί σε ταβέρνα. Συνάντησα τον σημερινό του ιδιοκτήτη, ανιψιό του ανθρώπου που είχε δουλέψει τότε στη ναυπήγηση του σκάφους. Έπιασα την κουβέντα, χωρίς να του πω τίποτα για το σκαρί. "Πάνε φίλε αυτά", μου είπε για το καρνάγιο. "Δεν ζει η οικογένεια με ένα σκαρί το χρόνο που ερχόταν εδώ"». Μιλήσαμε για ώρα, μέχρι που του έδειξα τις φωτογραφίες. «Το γνωρίζεις αυτό»; Ταράχτηκε ο άνθρωπος. «Αυτός είναι ο "Ξιφίας" (το παρατσούκλι του σκάφους), είναι να μην το γνωρίσω... Ήμουν παιδί όταν έβαζα τις ξύλινες καλβύλιες με τα χέρια μου, μια προς μια...».
ΠΛΟΙΑ με ιστορία υπάρχουν πολλά, αμέτρητα σχεδόν... ?λλα κρατούν παραδόσεις οικογενειακές και ξετυλίγουν μαζί με τα πανιά τους αναμνήσεις που μοιράζονται σε στενό κύκλο κι άλλα μεταφέρουν την ίδια την ιστορία της χώρας, καθώς σημαδεύτηκαν με εθνικής σημασίας γεγονότα.
Εκείνα όμως που έχουν χαρακτηρισθεί παραδοσιακά και, κατά την έννοια αυτή, πολύτιμα είναι ελάχιστα. Τον... χορό, για την ανάδειξη της μουσειακής αξίας ορισμένων σκαριών, άνοιξε το Πολεμικό Ναυτικό, με την απόφασή του να μετατρέψει ορισμένα από τα παροπλισμένα πλοία του σε ναυτικά μουσεία. Η πρώτη προσπάθεια έγινε με το θρυλικό «Αβέρωφ», το οποίο, ανασκευασμένο πια από τις αποθήκες και τα διαμερίσματα έως και το γραφείο του ναυάρχου Κουντουριώτη, είναι ανοιχτό προς επισκέπτες και τουρίστες.
Η «Φανερωμένη». Ο ιδιοκτήτης του σκάφους έχει «ρίξει» πολλά εκατομμύρια,
για να ανασκευάσει κάθε λεπτομέρεια σ' αυτό το σκάφος τύπου «Πέραμα»,
ένα από τα τρία όμοια σκαριά που έχουν απομείνει στις ελληνικές θάλασσες
Η δημιουργία πλωτών μουσείων κρίθηκε από το Πολεμικό Ναυτικό ως ιδανική λύση στα προβλήματα που δημιουργεί η παρουσία παροπλισμένων καραβιών. Έτσι προγραμματίζεται να χαρακτηρισθούν ως μουσεία πολλά ακόμη πλοία, που συμμετέσχον σε ιστορικά γεγονότα, ενώ ένα αρματαγωγό και δύο αντιτορπιλικά έχουν ήδη παραχωρηθεί σε βετεράνους Αμερικανούς. Πρόκειται για τα αντιτορπιλικά «Λέων», το οποίο, κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, συμμετέσχε στις νηοπομπές στον Ατλαντικό, και «Αετός», το οποίο συνδέει το όνομά του με το περίφημο «πείραμα της Φιλαδέλφειας» και πολλοί πιστεύουν πως το πλοίο και το πλήρωμά του έκανε ένα ταξίδι στον χρόνο.
«Στολίδι» ανάμεσα στα διατηρημένα ιστορικά πλοία αποτελεί και το ατμόπλοιο του 1909 «Θαλής ο Μιλήσιος», το οποίο ανήκει στο Ναυτικό Μουσείο και φιλοξενεί κατά καιρούς εκθέσεις φωτογραφίας, βιβλίου και αρχειακού υλικού.