Μοντέλο παραδοσιακού τρεχαντηριού με ιστιοφορία «Μπρατσέρα». Το μοντέλο αναπαριστά φορτηγό σκάφος, είναι εξ' ολοκληρου ιδιοκατασκευή και βασίστηκε σε έργο λαϊκού ζωγράφου, κατά το 2ο μισό του 19ου αιώνα. Σύμφωνα με τον πίνακα, το πλοίο ανήκε στον πλοιάρχο Ιωάννη Γ. Διακογιάννη από το Τρίκερι (Νομός Μαγνησίας).
Το μοντέλο συμμετείχε στην 41η έκθεση της I.P.M.S. Ελλάδος.
Ομοίωμα παραδοσιακού τρεχαντηριού με ιστιοφορία «Λόβερο». Το μοντέλο αναπαριστά ένα φορτηγό σκάφος, είναι κατασκευασμένο από ξύλο οξυάς εξολοκλήρου στο χέρι (from scratch), με την τεχνική πέτσωμα επάνω σε ολόσωμους νομείς. Είναι βασισμένο στην Βιβλιογραφία α. "Ελληνική παραδοσιακή ναυπηγική" -β. "Περί εξαρτισμού των πλοίων" και γ. στο φωτογραφικό αρχείο του naftotopos.gr.
Ο Javier Baron είναι ένας σεμνός και χαρισματικός κατασκευαστής ναυτικών μοντέλων, αλλά εάν θα πρέπει να του αποδώσουμε τον τίτλο που του αρμόζει, τότε αυτός στην κυριολεξία είναι «Μικροναυπηγός».
Ομοίωμα της γολέτας “Τερψιχόρη”, ίσως το πιο ξακουστό από τα πλοία της ιστορίας κατά τον Ναυτικό Αγώνα της επαναστάσεως του 1821. Το μοντέλο είναι αποτέλεσμα μίας σχεδιαστικής και μοντελιστικής προσέγγισης, βασισμένη σε ιστορική και ναυπηγική έρευνα της εποχής της ναυπήγησής του.
Η γολέτα “Τερψιχόρη” είναι ίσως το πιο ξακουστό από τα πλοία της ιστορίας, κατά τον Ναυτικό Αγώνα της επαναστάσεως του 1821.
Ο θρύλος της μεταφέρεται στις μέρες μας, μέσα από την παραστατική περιγραφή των ιστορικών και της λαϊκής γλαφυρότητας, εκθειάζοντας την ηρωική δράση της, αλλά και των επιδόσεων του σκάφους στην θάλασσα.
Ιδιοκτησία των Υδραίων ναυτικών Ιακώβου και ΜανόληΤομπάζη, ίσως διάλεξαν το όνομα της Μούσας για να επισημάνουν τη χάρη του νέου τους σκάφους, καθώς «χορεύει» στα κύματα. Κατασκευασμένο ως εξοπλισμένο εμπορικό, αποτέλεσμα της συνθήκης «Κιουτσούκ – Καϊναρτζή»,[1] επρόκειτο να έχει μία καθοριστική παρουσία στο Αιγαίο του 1821.
«Σκάφος ευθύγραμμο, ωραιότατο, κομψότατο και ευέλικτο. Είχε δύο πανύψηλα κατάρτια χαριέντως κεκλιμένα προς την πρύμνη. Έφερε μεγάλα ημιολικά πανιά, τρείς αρτέμονες στον πρόβολο και πάνω απ το πλωριό ημιόλιο, σίπαρο τετράγωνο..»
Αυτή είναι η περιγραφή που δίδεται στο βιβλίο «Υδραίοι πρόδρομοι και ναυμάχοι»[1] κι αμέσως η φαντασία, σου δίνει την εντυπωσιακή εικόνα της. Δεν είναι τυχαίο πως ανατέθηκε στον πλέον διάσημο Γάλλο ζωγράφο της εποχής Antoine Roux, να αποτυπώσει σε πίνακά του την εικόνα της (1819).
H ερευνητική ομάδα του naftotopos.gr, παρακινούμενη από τον θρύλο και την μορφή της, αποφάσισε πριν από δύο και πλέον χρόνια την αναζήτηση στοιχείων-λεπτομερειών γάστρας και ιστιοφορίας του σκάφους, θεωρώντας πως αυτό θ’ αποτελούσε τη βάση αλλά και ένα κίνητρο για την κατασκευή μοντέλου της.
Η έρευνα περιέλαβε αρχικά την μελέτη ελληνικών ιστορικών κειμένων και λαογραφίας, ωστόσο η ελπίδα για την εύρεση κατασκευαστικών στοιχείων-σχεδίων, που είχε στηριχθεί στην επίσκεψη στο Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος αλλά και της Ύδρας, δυστυχώς κι από το αποτέλεσμα, χάθηκε. Έτσι τα αρχικά στοιχεία, αντλήθηκαν από το βιβλίο «Άγνωστες πτυχές της επανάστασης του 21»[2] όπου γράφεται:
«Οι γολέτες ήταν δίστηλα σκάφη που πρωτοκατασκευάσθηκαν στις ΗΠΑ κατά τα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα και λίγο αργότερα άρχισαν να κατασκευάζονται και στα Ελληνικά νησιά. Περίφημος αντιπρόσωπος αυτού του τύπου υπήρξε η «Τερψιχόρη» των αδελφών Τομπάζη. Είχε ναυπηγηθεί το 1818 από ξύλο πεύκου, είχε μήκος (στην τρόπιδα) 27,5 μέτρα και η κατασκευή της είχε στοιχίσει 13.000 δίστηλα.[3] Ήταν οπλισμένη με έξι πυροβόλα των 12 λιβρών, ενώ στην πρώρα έφερε και ένα των 48 λιβρών «επί δίωξιν», το μεγαλύτερο που υπήρχε σε όλα τα Ελληνικά πλοία. Ήταν ταχύτατη και για τον λόγο αυτό χρησιμοποιείτο ως προφυλακή του στόλου κατά τις διάφορες επιχειρήσεις....»
Τα παραπάνω επιβεβαιώνει και το «Ιστορικόν Αρχείον Κοινότητος Ύδρας (1778-1832)» (Αντ. Λιγνού Τόμος ΙΕ σελ. 227) στο οποίο γράφεται:
«Το πλοίον γολέτα ΤΕΡΨΙΧΟΡΗ το 1818 έτος Ιουνίου 29 εναυπηγήθη ενταύθα,[4] έχων μήκος τρόπιδος πήχεις 30. Ιδιοκτήται αυτού οι αδελφοί Τουμπάζηδες κόστους 13.000 ταλλήρων»
Όμως αυτά δεν ήσαν αρκετά και η ομάδα μας έπρεπε τώρα να στραφεί και σε άλλες πηγές, αναζητώντας στοιχεία σχετικά με τον τύπο του σκάφους, μορφολογικά και χρονολογικά, λαμβάνοντας υπόψη και τις επιδόσεις του, ώστε να υπάρχει αντικείμενο συγκρίσεων. Η φήμη της γολέτας «Τερψιχόρη», αφορούσε την ταχύτητα που ανέπτυσσε λόγω κατασκευής, δίνοντάς της το πλεονέκτημα σε κάθε εμπλοκή με τον αντίπαλο, ο οποίος και της το αναγνώριζε με το χαρακτηρισμό “seytan gemisi” (διαβολόσκαρο). Έτσι, αναζητήσαμε σε ξένη βιβλιογραφία, αμερικανικές γολέτες της ίδιας χρονικής περιόδου, με χαρακτηριστικό τους κεκλιμένους πρός την πρύμνη ιστούς, αλλά και με επιδόσεις-φήμη στην ταχύτητα.
Μετά το «The Global schooner»[5] που αναφέρεται στην εμφάνιση και στην ιστορική διαδρομή των “schooners” (γολέτες), ακολούθησε το «The Need for Speed: Baltimore Clippers and the Origin of the First American Ship Type»,[6] όπου αναφέρεται στην πρωτοποριακή για την εποχή, σχεδίαση ταχύτατων αμερικανικών σκαφών τύπου "schooner". Εκεί, ανάμεσα στα τέσσερα (4) σκάφη που εξετάζονται-παρατίθενται, ξεχωρίσαμε κάποιο που χρονολογικά και μορφολογικά, βρισκόταν περισσότερο κοντά στην «Τερψιχόρη». Αυτό ήταν το “Schooner Lynx”. Επιβεβαιωτικά κι από το “The Baltimore clipper-Its origin and development”,το “Lynx” θεωρείται ως άριστο παράδειγμα αμερικανικής Γολέτας του 1812.[7]
Αποφασίζοντας να ψάξουμε περισσότερο το “Lynx” μάθαμε ότι κατασκευάσθηκε στη Βαλτιμόρη το 1812, και στα πλαίσια του Αγγλοαμερικανικού πολέμου χρησιμοποιήθηκε ως εξοπλισμένο εμπορικό και με άδεια πειρατικό (“Letter of marque”)[8]. Ήταν εξοπλισμένο με έξι (6) πυροβόλα και φημισμένο για την ταχύτητα του. Κατελήφθη από τους Άγγλους το 1813 και μετονομάσθηκε σε “HMS "Mosquidobid"” ή και “Musquedoboit” (Μοσκίντομπιτ). Το 1816 μεταφέρθηκε στο Portsmouth όπου μελετήθηκε και εξήχθησαν-σχεδιάσθηκαν οι ναυπηγικές γραμμές του, προφανώς και για εμπορικούς σκοπούς.
Τα αρχικά πυροβόλα έξι (6) λιβρών των Αμερικανών, οι Άγγλοι τα αύξησαν σε οκτώ (8) των 18 λιβρών (καρονάδες) και δύο (2) των 6 λιβρών μακριά πυροβόλα. Επίσης πρόσθεσαν κι έναν κάθετο εργάτη άγκυρας.[9] Παρέμεινε στην υπηρεσία του Αγγλικού Ναυτικού μέχρι το 1820, εκτελώντας διάφορες αποστολές, κυρίως κατά του λαθρεμπορίου, ενώ αναφέρεται ότι το 1819 υπηρέτησε στη Μεσόγειο μεταξύ Τουλόν και Μασσαλίας. Την 13η Ιανουαρίου του 1820, πουλήθηκε σε κάποιον Radler για το ποσό των 410 λιρών κι από τότε η τύχη του είναι άγνωστη.[24]
Τα όσα κοινά στοιχεία με τη γολέτα «Τερψιχόρη» ανακαλύπταμε και κυρίως το πέρασμα του σκάφους στην Ευρώπη και την Μεσόγειο, όπως και το νέο του όνομα, μας κέντρισαν το ενδιαφέρον για περισσότερη έρευνα. Σκεφθήκαμε λοιπόν να εξετάσουμε, έαν αναφέρεται-καταγράφεται σε κάποια παλιά ευρωπαϊκή βιβλιογραφία. Και πράγματι, ανατρέχοντας σε μία Γαλλική συλλογή σχεδίων σκαφών του 1840 με τίτλο “Atlas du Genie maritime”,[10] εκεί υπήρχε η αποτύπωση του "Mosquidobid", με τον προσδιορισμό «αμερικανή Γολέτα». Κι αυτή η καταγραφή θα μπορούσε να προστεθεί στον κατάλογο των υπολοίπων γενικών στοιχείων, αν το προσεκτικό μάτι συνεργάτη του naftotopos, δεν πρόσεχε τη σημείωση στα Γαλλικά στο επάνω αριστερό μέρος της σελίδας, με καλλιγραφικά γράμματα. Σε μετάφραση: «Κοινοποιηθέντα το 1836 από τον ναυπηγό κο Τομπάζη».
Πώς! το «Τομπάζης», ένα όνομα άμεσα συνδεδεμένο με τη γολέτα «Τερψιχόρη», επάνω σε αποτύπωση σχεδίων του “Lynx” - "Mosquidobid"; Και μάλιστα τα σχέδια να έχουν δοθεί από τον Τομπάζη στον συντάκτη της συλλογής-Άτλαντα των σκαφών!
Εκείνη τη στιγμή, η σκέψη όλων μας στράφηκε μάλλον σε ένα διαφαινόμενο και έντονα επιθυμητό συμπέρασμα, παρά σε κάποιο προσεκτικά τεκμηριωμένο. Ωστόσο μετά τον ενθουσιασμό, αποφασίσαμε να δούμε αυτό το νέο στοιχείο με περισσότερη ψυχραιμία και τί ακριβώς θα μας έδινε μία νέα έρευνα, που μόλις άρχιζε. Ξεκινώντας από το έτος 1836 και μελετώντας τα βιογραφικά των οικογενειών Τομπάζη, γρήγορα έγινε αντιληπτό πως ο αναφερόμενος σ’ αυτήν «ναυπηγός Τομπάζης», ήταν ο γιος του Ιακώβου Τομπάζη, ο Γεώργιος, γεννημένος το 1809. Τα αδέλφια Ιάκωβος και Μανόλης είχαν ήδη αποβιώσει το 1829 & 1831 αντίστοιχα.
Συνοπτικά, είχε σπουδάσει ναυπηγός στην Αγγλία στο ναυτικό σχολείο του Portsmouth[11]. Επέστρεψε στην Ελλάδα και το 1835 εντάσσεται-(διορίζεται)[12] και σταδιοδρομεί στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό. Το 1836, έτος κοινοποίησης των σχεδίων του "Mosquidobid" για την σύνταξη του “Atlas”, βρίσκεται διευθυντής[12] του οπλοστασίου του Πόρου όπου και ναυπήγησε αρκετά πλοία. [13]
Τώρα είχαμε περισσότερες από μία εκδοχές για την κατοχή-διάθεση των σχεδίων του "Mosquidobid" από τον Γ. Τομπάζη. Μία θα μπορούσε να είναι ότι, λόγω της θέσης και της ιδιότητας του στο οπλοστάσιο Πόρου, είχε πρόσβαση στο αρχείο του ναυστάθμου και σε σχέδια σκαφών. Και μία άλλη, ότι ίσως τα σχέδια αυτά να ήταν μέρος της προσωπικής του συλλογής, είτε από την θέση του στο ναυτικό σχολείο του Portsmouth, είτε κι ως πατρική κληρονομιά. Όμως κάθε εικασία και διαδρομή έρευνας σε αυτή την κατεύθυνση, δεν μας έδωσε απάντηση, ενώ και μία νέα βασική απορία μας παρέμενε. «Γιατί ο συντάκτης[14] στη συλλογή-Άτλαντα σκαφών, να περιλάβει τα σχέδια του "Mosquidobid" κοινοποιηθέντα από τον Γ. Τομπάζη κι όχι από τα Αρχεία του “Royal Dockyard” στο Portsmouth.»; Θεωρήσαμε ότι αυτός ο γρίφος ήταν θέμα ιστορικού, ενώ εμείς επιζητούσαμε την επιβεβαίωση ή μή, της υποψίας μας για ενδεχόμενη σχέση των σχεδίων του "Mosquidobid", στην κατασκευή της γολέτας «Τερψιχόρη».
Γνωρίζοντας για το ερευνητικό πνεύμα των αδελφών Τομπάζη, θεωρήσαμε ως αρκετά πιθανό να γνώριζαν και να είχαν αγοράσει τα σχέδια του "Mosquidobid", πριν την κατασκευή της. Ακόμη ίσως σε κάποια ταξίδια τους στην Τουλόν ή στην Μασσαλία, να είχαν συναντήσει το σκάφος και να είχαν ενδιαφερθεί. Αναζητώντας συνεχώς περισσότερα στοιχεία για να συνδέσουμε τα δύο σκάφη ή έστω την «Τερψιχόρη» με τις αμερικανικές γολέτες της εποχής, η ξένη Ιστορική βιβλιογραφία επιβράβευσε την επιμονή μας.
Διαβάζοντας το «Sketches of the War in Greece», βρήκαμε μία συνέντευξη του Μανόλη Τομπάζη στον ιδιώτη ανταποκριτή Philip James Green[15] τον Οκτώβριο του 1821 όπου σε μετάφραση λέει: ότι ήταν ο πρώτος που απέκτησε ένα μοντέλο αμερικανικού σκάφους κι από το οποίο οι συμπατριώτες του κατασκεύασαν τα δικά τους, τα οποία στην συνέχεια μετατράπηκαν σε πολεμικά.
Συνδυάζοντας τώρα όλα τα προηγούμενα, η υποψία μας μετατράπηκε σε βάσιμη πεποίθηση κι έτσι αποφασίσαμε να συγκρίνουμε τα στοιχεία που είχαμε όχι μόνο για τα δύο σκάφη, αλλά και μέ όσο το δυνατόν περισσότερες αμερικανικές Γολέτες της εποχής. Θέλαμε να διαπιστώσουμε κατά το δυνατόν ασφαλέστερα, αν και ποιά σχέση υπήρχε μεταξύ τους και της γολέτας «Τερψιχόρη». Έχοντας λοιπόν γνωστά για την «Τερψιχόρη», μόνο το μήκος της καρίνας 30 πήχες (27,50μ.) και το τονάζ 250 τόνους[16], διεξάγαμε συγκρίσεις μέ ένα σύνολο οκτώ (8) άλλων σκαφών (Γολετών) που περιλαμβάνονταν στην βιβλιογραφία του Howard I. Chapelle,[7] καταφέρνοντας έτσι να εξάγουμε τα μετρικά της στοιχεία, αρχικά σε πόδια, μετατρέποντας τα στην συνέχεια σε μέτρα.[17-18]
Από το αποτέλεσμα της παραπάνω διεργασίας, συμπεράναμε, πως η «Τερψιχόρη» θα πρέπει να τηρούσε μεν την ίδια αναλογία μήκους κουβέρτας με το μέγιστο πλάτος (1/4) με τις αμερικανικές γολέτες, έχοντας όμως διαφορά στο μήκος της καρίνας (μεγαλύτερο), θα είχε το πλωριό ποδόσταμο με μικρότερηκλίση. Και πράγματι αυτό απεικονίζεται διακριτά ως διαφορά στους ζωγραφικούς πίνακες κι επομένως αυτό στην πραγματική της μορφή, θα την καθιστούσε και πλατύτερη στην πλώρη. Αυτό σήμαινε τελικά για εμάς, ότι το σκάφος δεν ήταν κατασκευασμένο με βάση τα σχέδια του "Mosquidobid", το οποίο διέθεται στενότερη πλώρη (μεγάλο λάτζο πλώρης), κι επομένως και καταληκτικά, το στοιχείο του ονόματος του Τομπάζη στο σχέδιο του, δεν αποτελούσε απαραίτητα σύνδεση των δύο σκαφών. Θεωρώντας πλέον ότι αντίστοιχα οι «Τομπάζηδες» είχαν λάβει υπόψη τους αρκετά σχέδια γολετών για την κατασκευή της «Τερψιχόρη», και απορώντας για ποιό λόγο αποφάσισαν να υιοθετήσουν την εκδοχή με πλατύτερη πλώρη, καταλήξαμε στο παρακάτω συμπέρασμα ως περισσότερο πιθανό.
Από την αρχή μας είχε κάνει εντύπωση, όπως σε ιστορικούς και λαογράφους, η αναφορά στο «μεγάλο» κανόνι στην πλώρη της γολέτας «Τερψιχόρη». Συλλογιστικά λοιπόν, ως η πλέον σχετιζόμενη εξήγηση, φαίνεται να είναι, πως στην πλώρη του σκάφους έπρεπε να υπάρχει χώρος για αυτό το όπλο και τους υπηρέτες του (ομοχειρία). Θεωρήσαμε δεδομένο, πως το καινοτόμο κι ερευνητικό πνεύμα των «Τομπάζηδων», με στόχο πάντα το «επί το βέλτιον μεταρρυθμίσεις είτε των Υδραίικων πλοίων, είτε του είδους του βίου», [20] δεν θα άφηνε χωρίς διερεύνηση κι αυτήν την επιλογή του οπλισμού της.
Όταν καταγράφεται πως «Το συνηθέστερον χρησιμοποιούμενον προς οπλισμόν των Ελληνικών Πλοίων διαμέτρημα πυροβόλων ήτο 12 λίτρων, μερικά όμως πλοία έφερον και πυροβόλα 18 λίτρων»,[19] η επιλογή ενός τέτοιου όπλου, μάλλον αποτέλεσμα γνώσης και σχεδίου θα πρέπει να ήταν. Αρχικά θέλοντας να εξετάσουμε αν πράγματι το όπλο είχε τοποθετηθεί στο σκάφος με την έναρξη του αγώνος, στραφήκαμε σε πρώιμες καταγραφές και απομνημονεύματα ιστορικών και ναυμάχων, αναφερομένων στην πρώτη ναυτική αντιπαράθεση, στην οποία έλαβε μέρος η «Τερψιχόρη». Κι αυτή ήταν η πυρπόληση της Τουρκικής ναυαρχίδας στην Ερεσό της Λέσβου, την 24η ή 27η Μαΐου του 1821. Σύμφωνα λοιπόν με τις καταγραφές των Ν.Κοτζιά, Κ.Νικόδημου και Δ.Γ.Παπανικολή[21], η Γολέτα του Τομπάζη (Ιακώβου) ρυμουλκήθηκε για να προσβάλει το Τουρκικό σκάφος με «πεπυρακτωμένες σφαίρες» και ως «η μόνη φέρουσα στην πλώρη πυροβόλο 48 λιβρών».
Έχοντας τώρα τεκμηριώσει, τη χρονική παρουσία του όπλου στο σκάφος, στραφήκαμε στη συνέχεια, στην έρευνα του τύπου και της προέλευσης του πυροβόλου των «48 λιτρών», ώστε να αποδοθεί κι αυτό σωστά. Κι εδώ ήταν που αναλώσαμε πολύ χρόνο σε έρευνα, όχι μόνο λόγω έλλειψης πηγών, αλλά και πολλών αντιφατικών ιστορικών καταγραφών. Αρχικά η έρευνα μας έδειξε πως το πυροβόλο των 48 λίτρων ως Γαλλικό ναυτικό όπλο, είχε καταργηθεί ως δύσχρηστο από το 1700.[22]
Ωστόσο, χρησιμοποιούνταν ακόμα από τον Τουρκικό στόλο[23](σε μεγάλα σκάφη), αλλά και σε παράκτιες οχυρώσεις.[22]
Η προέλευση λοιπόν ενός τέτοιου όπλου και πρίν την έναρξη του Αγώνα, θα μπορούσε να θεωρηθεί είτε ως αγορά από την Γαλλία (την οποία οι «Τομπάζηδες» επισκέπτονταν συχνά), είτε ως προϊόν χρηματισμού κάποιου Τούρκου φρουράρχου, φαινόμενο όχι ασυνήθιστο προεπαναστατικά (bahşiş =Μπαξίσι).[24]
Σεό,τι αφορά δε την τοποθέτηση ενός "μεγάλου όπλου" σε ένα μικρό σκάφος, θεωρούμε πως προκρίνεται η θέση της υλοποίησης, της αντίστοιχα καινοτόμου για την εποχή ιδέας του Γάλλου αξιωματικού πυροβολικού Paixhans. Κατά την άποψη του, η κατασκευή μικρών σκαφών οπλισμένων με πυροβόλα μεγάλων διαμετρημάτων, θα ήταν αρκετά ισχυρά για να καταστρέψουν και τα πιό βαριά εξοπλισμένα υψηλόπλευρα σκάφη.[25]
Συνεχίζοντας την έρευνα κι αντιμετωπίζοντας τις αντιφατικές περί του όπλου αναφορές ιστορικών και μαρτυριών, αρχίσαμε να αμφιβάλουμε τόσο για τον τύπο του όπλου και το διαμέτρημα του, όσο ακόμα και για την θέση του στο σκάφος. Έτσι συναντήσαμε την καταγραφή των φιλελλήνων συμπολεμιστών Tomas Gordon[26] και Hasting[26] και την αναφορά τους ως «καρονάδα 48 pdr», το διαμέτρημα των 68 λίτρων από τον Γούδα[27] ακόμα και την θέση του όπλου τοποθετημένο στην μέση του σκάφους κατά τον «αυτόπτη μάρτυρα» Πέτρο Μέγγου[28].
Η εκδοχή της καρονάδας, αν και φαίνεται ως μία περισσότερο πρακτική και αποδεκτή επιλογή για την εποχή, η υιοθέτηση της συναντά το εμπόδιο όπου, αν και τα μεγαλύτερα διαμετρήματα αγγλικής καρονάδας της εποχής, ήταν 42λιβ και 68λιβ (HMS Victory) δεν αναφέρεται κάπου η χρήση-ύπαρξη καρονάδας 48λιβ.
Ωστόσο εξετάζοντας την μαρτυρία του κ.Νικόδημου[21] κατά την οποία η «Τερψιχόρη» έφερε «επί της πρώρας οβούζιον πυροβόλον των τεσσαράκοντα οκτώ λιτρών», κι ενώ στο λεξικό της εποχής[29] το «Μπούζι», είναι η ελληνική ερμηνία-απόδοση της καρονάδας, οδηγηθήκαμε στο Γαλλικό ναυτικό «Obusier de vaisseau» των 36λίτρων και στο Ισπανικό «Obus» του οποίου μία από τις βελτιωμένες εκδοχές από τον Francisco Javier Rovira[30], ήταν αυτή των 48λίτρων (1805 ναυμαχία Τραφάλγαρ).[30]
Χωρίς να τρέφουμε αυταπάτες, για το αν αυτό ήταν η περιγραφή του Hastings ή και η επιλογή των Τομπάζη, καθόσον το 1821 υπήρχαν αρκετά βελτιωμένες καρονάδες για να επιλέξουν, θεωρούμε πως έστω και κατά περίπτωση προσωπικής ερμηνείας, είχαμε μία εξήγηση. Τελικά συνυπολογίζοντας όλες τις αναφορές και μην έχοντας καταγραφή και υπόδειγμα καρονάδος 48λιτρων, αποφασίσαμε την μοντελιστική απόδοση του όπλου κι όπως αυτή περιγράφεται από τους έλληνες πρώιμους ιστορικούς-ναυμάχους.
Γεγονός είναι πως οι Τομπάζηδες έχουν κάποιο λόγο, που επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν ένα τέτοιο όπλο στα νερά του Αιγαίου, όμως οφείλουμε να επισημάνουμε πως κατά την έρευνα μας, δεν βρέθηκε κάποια αναφορά σε εντυπωσιακό αποτέλεσμα του όπλου.
Κάποιος θα μπορούσε να ισχυρισθεί ότι ο Ιάκωβος (ως ενωρίς μυηθείς στην Φιλική Εταιρεία το 1818), μπορούσε να εκτιμήσει το τί θα ακολουθούσε τα επόμενα χρόνια και φρόντισε να προετοιμάσει το σκάφος. Και κάποιος άλλος, διαβάζοντας τον διαφορετικό χαρακτήρα του Μανόλη (ως δραστήριο και επιχειρηματικό πνεύμα) θα μπορούσε να δει ακόμα και βλέψεις κέρδους, μέσω της διαδεδομένης τότε πειρατείας και στην οποία το σκάφος πράγματι φαίνεται να εμπλέκεται.[31]Σημασία έχει ότι η Επανάσταση του 1821, βρίσκει το σκάφος ετοιμοπόλεμο κι αυτό έχει σαν αποτέλεσμα μία λαμπρή ιστορική διαδρομή, αλλά δυστυχώς όχι κι ένα αντάξιο τέλος. Η «Τερψιχόρη» καταστράφηκε στις 8 Νοεμβρίου του 1827 στην Γραμβούσαν από ατύχημα, «έξ αναφλέξεως τής πυριτιδαποθήκης του».[32]
Ολοκληρώνοντας αυτή μας την προσέγγιση, προσπαθήσαμε να ερευνήσουμε την προέλευση και τον σχεδιασμό της γολέτας «Τερψιχόρη», μέσα από περιορισμένες ιστορικές πηγές, υιοθετώντας λογικούς συνειρμούς και στηριζόμενοι πάντα σε τεκμηρίωση. Πέραν όμως από το αποτέλεσμα, αυτό που πραγματικά απολαύσαμε, ήταν η διαδρομή της αναζήτησης την οποίας ελπίζουμε ν’ απολαύσετε το ίδιο, μαζί με το μοντέλο.
Επισκεφθείτε τη σελίδα μας με το συναρπαστικό μοντέλο της γολέτας «Τερψιχόρη» του Γεωργίου Μπουζούνη
Βιβλιογραφία -Πηγές
«Υδραίοι πρόδρομοι και ναυμάχοι» (Δημ. Λισμάνη Αντ/ρχου ε.α /σελ. 20-172)
Εκδόσεις Περισκόπιο / σελ. 30
Χρυσά Ισπανικά τάλληρα ή κολωνάτα . Το 1818 στο Ιόνιο κράτος καθορίστηκε η ισοτιμία των ισπανικών τάλληρων και διατιμήθηκαν προς 6 γρόσια και 20 παράδες. «Νομίσματα Επτανήσου πολιτείας και Ιονίου κράτους» (Ν. Μοσχονάς /σελ. 104)
Η ακριβής ημερομηνία μάλλον αναφέρεται στην ημερομηνία καθέλκυσης.
Karl Heinz Marquardt
Daniel Mark Brown
Howard Chapelle /σελ. 83
“Letter of marque”: Ήταν μια κυβερνητική άδεια στα χρόνια των ιστιοφόρων (1571–1862), που επέτρεπε σε ένα ιδιωτικό πρόσωπο, γνωστό ως privateer ή κουρσάρο, να επιτεθεί και να συλλάβει τα σκάφη ενός έθνους που ήταν σε πόλεμο με τον εκδότη της άδειας. https://en.wikipedia.org/wiki/Letter_of_marque
«British Warships in the Age of Sail 1793 – 1817» (Rif Winfield /σελ. 368)
Αδελφοί Ιάκωβος και Μανώλης Τομπάζης : Συμβολή εις την ιστορίαν της Εθνικής παλιγγενεσίας (Ιάκωβος Τομπάζης /σελ.385 Αλληλογραφία (Royal Naval College and the School for Naval Architecture)
Εφημερίδα της κυβερνήσεως Βασίλειον της Ελλάδος 1835 αρ. 9 Διορισμοί
UNITED SERVICE MAGAZINE Naval and Military journal 1842. p a r t II». /σελ. 78
Η 2η έκδοση του “Atlas du Genie maritime” το 1837, έγινε πιθανότατα απο κάποιον M. Bonard (RAPPORT SUR LE MATÉRIEL DE LA MARINE PRÉSENTÉ A M. LE VICE-AMIRAL DE ROSAMEL, MINISTRE SECRÉTAIRE D'ÉTAT AU DÉPARTEMENT DE LA MARINE ET DES COLONIES / σελ. 80)
«Sketches of the War in Greece» (Private Correspondence Philip James Green, Esqr. late British Consul for the Morea, with Notes by R. L. Green, Vice-Consul. Lon don. 1827 /σελ. 67)
«Συλλογή Μονογραφιών της Ν. Επιθεώρησης» μέρος Β /σελ.172-174
«Έρευνα επι των Ναυπηγικών δεδομένων των Ελληνικού τύπου σκαφών» (Αν. Αντωνίου Ναυπηγού-Μηχανολόγου-Ε.Μ.Π. /σελ. 49 ).
Περί εξαρτισμού των πλοίων (Γεωργίου Κοτσοβίλη 1919 /σελ.8
«Η Αναβίωσις της Θαλασσίας μας δυνάμεως κατά την Τουρκοκρατίαν» Κ. Α. ΑΛΕΞΑΝΔΡΗ Ναυάρχου ε.α. (Ο οπλισμός των Πλοίων, σελίς 349)
Αντιπροσωπευτικό δείγμα Αιγαιοπελαγίτικου μηχανοκίνητου αλιευτικού σκάφους της δεκαετίας του ’50, με βοηθητική ιστιοφορία (Mπούμας ή Kότερο), μήκους 10,5m. Το ομοίωμα (μοντέλο) κατασκευάστηκε με βάση ναυπηγικά σχέδια του ξυλοναυπηγού Κωνσταντίνου Χωριανόπουλου, σε κλίμακα 1:20
Η σύνδεση του ναυτομοντελισμού με τη διατήρηση της ξυλοναυπηγικής μας παράδοσης. Μία συλλογική προσπάθεια, με στόχο την προβολή αυτού του μεγάλου κεφαλαίου του θαλασσινού πολιτισμού μας, μέσα από το διαδίκτυο.
Χρησιμοποιούμε cookies στο site μας. Μερικά από αυτά είναι υποχρεωτικά για τη λειτουργία του ιστότοπου, αλλά και άλλα που μας βοηθούν να βελτιώσουμε τη λειτουργία του καθώς και τη χρήση του από τους επισκέπτες μας. Μπορείτε να αποφασίσετε εσείς εάν επιθυμείτε την αποθήκευσή τους ή όχι. Παρακαλούμε σημειώστε ότι στην περίπτωση που δεν αποδεχθείτε την αποθήκευση cookies, ενδέχεται ορισμένες λειτουργίες του ιστότοπου να μην λειτουργούν πλήρως ή σωστά.